Κυριακή 9 Μαρτίου 2008

Νίκος Καββαδίας

Πούσι

Στην Ελένη Χαλκιούση

'Επεσε το πούσι αποβραδίς
το καραβοφάναρο χαμένο
κι έφτασες χωρίς να σε προσμένω
μες στην τομονιέρα να με δείς.

Κάτασπρα φοράς κι έχεις βραχεί ,
πλέκω σαλαμάστρα τα μαλιά σου.
Κάτω στα νερά του Port Pegassu
βρέχει πάντα τέτοιαν εποχή.

Μας παραμονεύει ο θερμαστής
με τα δυο του πόδια στις καδένες.
Μην κοιτάς ποτέ σου τις αντένες
με την τρικυμία, θα ζαλιστείς.

Βλαστημά ο λοστρόμος τον καιρό
κι είν' αλάργα τόσο η Τοκοπίλα.
Από να φοβάμαι να καρτερώ
κάλλιο περισκόπιο και τορπιλα.

Φύγε! Εσέ σου πρέπει στέρεα γη.
Ηρθες να με δεις κι όμως δε μ' είδες
έχω απ' τα μεσάνυχτα πνιγεί
χίλια μίλια πέρ' απ' τις Εβρίδες
.



Λύχνος του Aλαδίνου

Στο N. Xατζηκυριάκο-Γκίκα


Την ανεξήγητη γραφή να λύσω πολεμώ
που σου χαράξαν πειρατές Kινέζοι στις λαγόνες.
Γυμνοί με ξύλινους φαλλούς τριγύρω απ' το λαιμό,
μας σπρώχναν προς τη θάλασσα με τόξα οι Παταγόνες.

Κόκκαλο ρίξε στο σκυλί το μαύρο που αλυχτά
και στείλε τη «φιγούρα» μας στον πειρατή ρεγάλο.
Πες μου, πού βρέθηκε η στεριά στου πέλαου τ' ανοιχτά
και το δεντρί με το πουλί που κρώζει το μεγάλο;

Για το άστρο της Aνατολής κινήσαμε μικροί.
Πουλί, πουλάκι στεριανό, θάλασσα δε σου πρέπει!
Και σε που σε φυτέψαμε, παιδί, στο Kονακρί,
με γράμμα συμβουλευτικό της μάνας σου στην τσέπη.

Του ναύτη δώσ' του στη στεριά κρεβάτι, και να πιει.
―Όλο τον κόσμο γύρισες, μα τίποτα δεν είδες...―
Mεσ’ στο μετάξι κρύβονταν της Ίντιας οι σκορπιοί
κι έφερνε ο αγέρας της νοτιάς στην πλώρη άμμο κι ακρίδες.

Σημάδι μαύρο απόμεινε κι ας έσπασε ο χαλκάς.
―Στην αγορά του Aλιτζεριού δεμένη να σε σύρω.―
Και πήδηξε ο μικρός θεός μια νύχτα, των Iνκάς,
στου Αιγαίου τα γαλανά νερά, δυο μίλια όξω απ' τη Σκύρο.

Mεσάνυχτα και ταξιδεύεις δίχως πλευρικά!
Σκιάζεσαι μήπως στο γιαλό τα φώτα σε προδίνουν,
μα πρύμα πλώρα μόνο εσύ πατάς στοχαστικά,
κρατώντας στα χεράκια σου το λύχνο του Aλαδίνου.

14 σχόλια:

ΝΑΝΣΥ είπε...

Μ' αρέσει το παιχνίδι του Καββαδία με το υγρό στοιχείο.

Κάτασπρα φοράς κι έχεις βραχεί
Κάτω στα νερά του Port Pegassu
βρέχει πάντα τέτοιαν εποχή
με την τρικυμία, θα ζαλιστείς
έχω απ' τα μεσάνυχτα πνιγεί

Οι στίχοι του είναι "ταξιδιάρικοι", ειδικά στο "Λυχνο του Αλαδίνου". Οι εικόνες μυθικές, ονειρεμένες ή εφιαλτικές.

Δε θέλω να πω τίποτα περισσότερο (προς το παρόν τουλάχιστον).

Θερσίτης είπε...

Ο Καββαδίας, εκτός όλων των άλλων, τα οποία επισημαίνει και η Νάνσυ, έχει και ένα φιλολογικό ενδιαφέρον ιδιαίτερο. Αποτυπώνει και σώζει την αργκό των ναυτικών. Έχει εκδοθεί μάλιστα και ένα μικρό αλλά πολύ αξιόλογο λεξικό για τη ναυτική του γλώσσα.
Είναι απολαυστικός. Ευτύχησε βέβαια να καλοπέσει στα χέρια του Θάνου Μικρούτσικου.

Ανώνυμος είπε...

Ένα ενδιαφέρον ρεπορτάζ για το Νίκο Καββαδία χωρισμένο σε πέντε μέρη.
http://www.youtube.com/results?search_query=kavvadias+alpha&search_type=

Ταξιδεύεις μαζί του στη θάλασσα με τις περιγραφές που κάνει. Μ' αρέσει που είναι απελευθερωμένος άνθρωπος, και το δείχνει στα έργα του και με τους ήρωές του.

Ανώνυμος είπε...

πολυ ομορφο κ ξεχωριστο..συγκινητικο σε πολλα σημεια,με εντονη την νοσταλγια κ την πικρα να αποτυπωνεται μπροστα στα ματια του αναγνωστη

Ανώνυμος είπε...

Πολύ ωραίο το ποίημα, έχει την χαρακτηριστική χροιά του Καββαδία. Σημαντικό να έχει προσωπικότητα η ποίηση. Μακάρι οι φιλόλογοι να έδιναν περισσότερη σημασία σε αυτή τη λογοτεχνία και να μην κολλούσαν συνέχεια στα μικρά ανούσια διηγήματα του Παπαδιαμάντη (την αξιόλογη Φόνισσα, σημειωτέον, δεν την έχω διδαχτεί ποτέ)

Δημήτρης είπε...

Η φράση «Μα είναι κάτι πιο βαθύ που με λερώνει» είναι από τις πιο δυνατές φράσεις που έχω συναντήσει . Κάποια στιγμή είχα δώσει το «Μαραμπού» σε μια φίλη μου που ταξίδευε μόνη της στις Ινδίες. Η φράση (όπως την έχω συγκράτησει) «θα μείνω πάντα ιδανικός και ανάξιος εραστής των … γαλάζιων πόντων χωρίς να σχίσω την γραμμή των οριζόντων» όπου η επιθυμία του να «συ- λάβει» τον κόσμο ενώ ξέρει ήδη πώς είναι αδύνατό να εκπληρωθεί και συμπληρώνεται με την παρακάτω «θα πεθάνω μία βραδιά σαν όλες τις βραδιές, και θα έχω μια κηδείες σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες» την οποία αφήνω ασχολίαστη .Έλεγα λοιπών τότε στην Μυρτώ , Όλο τον κόσμο να γυρίσεις , και να συναντήσεις όλους τους ανθρώπους, τον κόσμο, δηλαδή στην άπειρη εμφάνιση του δεν θα τον συλάβεις ποτέ γιατί είναι πάντα κάτι παραπάνω από αυτά που τον συνθέτουν. Επέμενα βλέπετε πως η Επιστημονική γνώση είναι η μόνη γνώση .Μου απάντησε εγώ ζητάω την συναισθηματική γνώση .Τώρα μπορώ να πω πώς έχει δίκιο .Καμία φορά την φαντάζομαι να ζητάει οδηγίες , από κάποιον ντόπιο σε κάποιον άγνωστο δρόμο που δεν θα δω ποτέ μου , με το φαρδύ παντελόνι . Και καμία φορά βάζω και τον εαυτό μου δίπλα της εκεί. Η αλήθεια είναι ότι ήταν η περίοδός τότε που με έτρωγε η φωνή του Καββαδία η Φυγή ή η Κίνηση, μου πρότεινε να πάω μαζί. Είναι από κείνες τις στιγμές που διαλέγεις. Κάποια μέρα θα το κάνω το ταξίδι και ίσως ανέβω και σε κανένα καράβι. Απλά όταν είμαι σε καράβι το νιώθω πως δεν είμαι πουθενά ακριβώς.

Ανώνυμος είπε...

Επανήλθα!!!Λοιπόν,αν και και με την πρώτη ανάγνωση,το πούσι δε με ενθουσίασε η επξεργασία του με οδήγησε να καταλάβω πόσο ενδιαφέρον ποίημα είναι.Κρύβει μια όμορφη ερωτική ιστορία.

Ανώνυμος είπε...

"ήρθες να με δεις κι όμως δε μ' είδες"- κορυφαίος στίχος...
είμαι ΕΓΩ λοιπόν η οπτασία, είμαι εγώ ο χαμένος.
Και πάντα μου θυμίζει αυτός ο στίχος τα λόγα που απευθύνει ο Πιραντέλλο στη νεκρή μάνα του, στην ταινία "Χάος" των Ταβιάνι:
"'Ομως εγώ γι' άλλο κλαίω, μανα. Κλαίω που δε με σκέφτεσαι, κλαίω που ΕΓΩ δεν υπάρχω για σένα"

Β.Συμεωνιδης είπε...

Να αποτολμήσω τη διατύπωση μιας παράδοξης άποψης: τα ποιήματα του Νίκου Καββαδία είναι η σύγχρονη Οδύσσεια μας.

ΝΑΝΣΥ είπε...

Συνεχίζοντας την παράδοξή σου άποψη, νεοελληνικά.

Δε ξέρω γιατί αλλά το ποίημα "Πούσι" μου θυμίζει το "Ιθάκη" του Καβάφη.

Προσπαθώντας να αιτιολογήσω τα παραπάνω:

"Μην κοιτάς ποτέ σου τις αντένες
με την τρικυμία, θα ζαλιστείς."

"Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας, τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου"

Ίσως διαστρεβλώνω το νόημα του ποιήματος του Καββαδία, αλλά θέλω να καταγράψω τις συνειρμικές μου σκέψεις.

Μη προσπαθείς να δεχτείς μηνύματα και να "επεξεργαστείς τα δεδομένα", όταν επικρατεί "τρικυμία" στο μυαλό σου, όταν παρεμβάλλονται οι Κύκλωπες και ο Ποσειδώνας.

Ποια είναι η Ιθάκη μας όμως;
Τι γίνεται με αυτούς που δεν κατορθώνουν να την αντιληφθούν; τι γίνεται όταν το ταξίδι δεν έχει προορισμό;

Ανώνυμος είπε...

σημειωτεον,θα συμφωνησω με την χιμαιρα.προσωπικα θα ηθελα πχ να εχω διδαχτει ενα συγκεκριμενο κειμενο-υμνο.παρολα αυτα,δεν ξερω γιατι αλλα το πουσι με συγκινει πιο πολυ καθε φορα που το διαβαζω ολο κ πιο πολυ.''φυγε!ηρθες να με δεις κ ομως δεν με ειδες..''ε,τι αλλο να πει?

Ανώνυμος είπε...

με αυτό το ποίημα είχα γνωρίσει τον Καββαδία στο λύκειο κάποτε...κάθε στοίχος ένας πίνακας ζωγραφικής, κάθε ομοικαταληξία μια ανατριχίλα...αυτή η γλυκιά ανατριχίλα που λίγες στιγμές αισθάνεται στην ζωή του ένας άνθρωπος και που σήμερα με τόσα άλλα προβήματα και έννοιες της καθημερινότητας αλλά και του άγχους για το μέλλον γεμίζουν το μυαλό μου όλο και λιγότερο μπορώ να αισθανομαι.

Ανώνυμος είπε...

και κάτι άλλο...να ναι καλά εκείνη η φιλόλογος που είχα..που με είχε κάνει να γνωρίσω την ποίηση και να ταυτόχρονα να την μετουσιώνω σε πορεία ζωής και αποκούμπι στις δύσκολες στιγμές. Ένιωθες κάθε φορά που μας διάβαζε ένα ποίημα ότι είναι η ζωή της.Μερικές φορές μάλιστα.....διάβαζε ένα στίχο και χαμογελούσε....τον ένοιωθε μέσα της...Φυσικά εμείς την κοροιδεύαμε και γελάγαμε.ΑΛΛΑ ΟΛΟΙ ΞΕΡΑΜΕ οτι ήταν γνήσια και μας παρακινούσε για αυτό. Είναι αλάθευτο το ένστικτο των παιδίων ξέρετε....ότι δεν είναι γνήσιο το πετόυν όπως τα συκόφιλα όταν τρώμε το σύκο.Να ναι καλά όπου και να ναι....

ΝΑΝΣΥ είπε...

Διαβάζοντας το ποίημα "Πούσι" ,με αφορμή τις λέξεις "καδένες" και "αντένες", θυμήθηκα το "Είμαστε κάτι..." του Καρυωτάκη.

Παραθέτω λοιπόν τις στροφές:

Μας παραμονεύει ο θερμαστής
με τα δυο του πόδια στις καδένες.
Μην κοιτάς ποτέ σου τις αντένες
με την τρικυμία, θα ζαλιστείς.

------------------------------

Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες κιθάρες. Ο άνεμος, όταν περνάει,
στίχους, ήχους παράφωνους ξυπνάει
στις χορδές που κρέμονται σαν καδένες.

Είμαστε κάτι απίστευτες αντένες.
Υψώνονται σα δάχτυλα στα χάη, στην κορυφή τους τ' άπειρο αντηχάει,
μα γρήγορα θα πέσουνε σπασμένες.